Ομιλία του Βουλευτή Κέρκυρας Στ. Γκίκα στην Βουλή για το Ν/Σ για την Ελληνική Ιθαγένεια
Τετάρτη, 08 Ιούλιος 2015
Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής πραγματοποίησε χθες ο Βουλευτής Κέρκυρας της Νέας Δημοκρατίας, κ. Στέφανος Γκίκας στην Συνεδρίαση για το σχέδιο νόμου: «Τροποποίηση διατάξεων Κώδικα Ελληνικής ιθαγένειας».
Ξεκινώντας την ομιλία του ο κ. Γκίκας αναφέρθηκε στις πολιτικές εξελίξεις, στην δραματική κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας και στην επικείμενη συμφωνία με τους πιστωτές μας. Τόνισε, ότι το «όχι» του δημοψηφίσματος απευθυνόταν στα Μνημόνια, αλλά οποιαδήποτε συμφωνία και αν έρθει, θα έχει την μορφή ενός νέου, σκληρού Μνημονίου. Ο Βουλευτής επεσήμανε ότι η Συμφωνία θα πρέπει να έλθει γρήγορα, αφού ο χρόνος που έχει στην διάθεσή της η Κυβέρνηση – η οποία είχε υποσχεθεί ότι θα έφερνε την Συμφωνία σε 48 ώρες – τελειώνει. Υπογράμμισε δε, ότι αναμφισβήτητα η Ελλάδα θα πρέπει να μείνει εντός της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αναφορικά με το Νομοσχέδιο για την Ιθαγένεια, ο Βουλευτής τόνισε την ιδιαίτερη και ξεχωριστή σημασία του. Χαρακτηριστικά τόνισε: «το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου αγγίζει άμεσα το λεπτό εθνικό ζήτημα της μεταναστευτικής πολιτικής μας, που στην παρούσα συγκυρία, όπως όλοι γνωρίζουμε, βρίσκεται σε ιδιαίτερα κρίσιμη κατάσταση. (…) Στη Νέα Δημοκρατία δεν είμαστε αντίθετοι στο να διευκολυνθούν συγκεκριμένοι αλλοδαποί να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια. (…) Ωστόσο, καθώς παρατηρούμε μια ραγδαία αύξηση εισροής παρανόμων μεταναστών τους τελευταίους μήνες, έχουμε την υποχρέωση να θέσουμε δικλίδες ασφαλείας, συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες θα εξασφαλίζουν μια ουσιαστική και ομαλή ένταξη του αλλοδαπού τέκνου στην ελληνική κοινωνία.
Προσωπική μου θέση παραμένει ότι η ελληνική ιθαγένεια αποτελεί ύψιστη τιμή και ως εκ τούτου δεν μπορεί απλώς να χαρίζεται. Αντιθέτως, πρέπει να αποδίδεται όταν υπάρχει αποδεδειγμένα η βούληση και η δυνατότητα του αλλοδαπού να ενσωματωθεί πλήρως στην ελληνική κοινωνία και να προσφέρει σε αυτήν. Αυτό, όμως, δεν προκύπτει από τυπικά και μόνο κριτήρια.»
«Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Και εγώ, πριν μπω στην ουσία του νομοσχεδίου, θα ήθελα να κάνω μερικές επισημάνσεις για τις ιστορικές στιγμές που διέρχεται η χώρα μας.
Η αλήθεια είναι ότι η χώρα μας αυτήν την περίοδο περνά μια πρωτόγνωρη κρίση. Εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών ταλαιπωρούνται καθημερινά. Η οικονομία μας κινδυνεύει να τιναχτεί τελείως στον αέρα. Το ίδιο και το τουρισμός μας. Δυστυχώς, δεν διαφαίνεται μια λύση η οποία σύντομα θα μπορέσει να επαναφέρει την ηρεμία και την ομαλότητα στη χώρα.
Θεωρώ ότι μετά τα χτεσινά γεγονότα είναι ομόθυμη πλέον η θέληση και η απόφαση να έρθει μια συμφωνία, ώστε πολύ σύντομα να επανέλθει η ομαλότητα. Αυτή η συμφωνία, όμως, που κατά τον κύριο Πρωθυπουργό θα έπρεπε να έρθει σε σαράντα οκτώ ώρες, φαίνεται ότι δεν θα έρθει με τη μορφή που περιμένουν οι Έλληνες πολίτες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ας μην κρυβόμαστε. Οι Έλληνες πολίτες κλήθηκαν να ψηφίσουν σε ένα δημοψήφισμα και ψήφισαν «όχι» στα μνημόνια. Δεν νομίζω ότι κανείς σε αυτήν την Αίθουσα έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι, αν θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η λύση, η οποία θα έρθει, θα συνοδεύεται από ένα μνημόνιο. Όμως, αυτή είναι μια συζήτηση που θα την κάνουμε, όταν θα έρθει η ώρα.
Εμείς, όπως είπε και ο Πρόεδρός μας, στηρίζουμε την προσπάθεια αυτή της Κυβέρνησης του κ. Τσίπρα να φέρει τη συμφωνία, αλλά θα πρέπει να την φέρει, γιατί ο χρόνος τελειώνει. Λίγες μόνον ημέρες έμειναν.
Έρχομαι τώρα στην ουσία του νομοσχεδίου. Ανεφέρθη ήδη ότι το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου έχει ιδιαίτερη και ξεχωριστή σημασία. Αγγίζει άμεσα το λεπτό εθνικό ζήτημα της μεταναστευτικής πολιτικής μας, που στην παρούσα συγκυρία, όπως όλοι γνωρίζουμε, βρίσκεται σε ιδιαίτερα κρίσιμη κατάσταση.
Ταυτόχρονα, εξίσου σημαντικό είναι ότι τα αποτελέσματα και οι συνέπειες που θα επιφέρουν οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου θα έχουν μόνιμο, μη αναστρέψιμο χαρακτήρα, αφού χιλιάδες αλλοδαποί θα αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια. Με απλά λόγια, εάν βιαστούμε, εάν γίνουν λάθος κινήσεις και χειρισμοί σήμερα, δεν θα μπορούμε σε λίγα χρόνια να τα διορθώσουμε.
Σας θυμίζω το νόμο Ραγκούση, τον 3838/2010, που κρίθηκε αντισυνταγματικός. Παρ’ όλα αυτά επέτρεψε σε χιλιάδες αλλοδαπούς να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια, επί της ουσίας παρανόμως. Σήμερα αυτό δεν αντιστρέφεται.
Έρχεται σήμερα η Κυβέρνηση και καταθέτει ένα νομοσχέδιο, οι ρυθμίσεις του οποίου θεωρώ ότι αντιβαίνουν στο πλαίσιο που έθεσε η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, κρίνοντας τον τότε ν. 3838 αντισυνταγματικό. Αυτό από μόνο του έχει ιδιαίτερη βαρύτητα.
Η απόφαση του ΣτΕ ορίζει ξεκάθαρα ότι ελάχιστος όρος και όριο των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας οφείλει να είναι η ύπαρξη γνήσιου δεσμού του αλλοδαπού προς το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία.
Στο σκεπτικό της απόφασής του το ΣτΕ ξεκαθάρισε μεταξύ άλλων ότι η απαιτούμενη ουσιαστική ένταξη στην ελληνική κοινωνία του ανήλικου τέκνου δεν διασφαλίζεται από την εγγραφή του σε ελληνικό σχολείο, ειδικά μάλιστα όταν η χρονική διάρκεια της εκπαιδεύσεως υπολείπεται της εννεαετούς φοιτήσεως, που απαιτεί υποχρεωτικώς το Σύνταγμα για τα παιδιά των Ελλήνων.
Επίσης, ο συγκεκριμένος νόμος δεν αξίωνε καμία ουσιαστική σχέση των γονέων με τη χώρα. Αυτό ατυχώς ισχύει και στο σημερινό νομοσχέδιο.
Όλα τα παραπάνω οφείλουν να μας προβληματίσουν, ειδικά όταν βλέπουμε να αγνοείται η νομολογία του ΣτΕ.
Έχουμε, λοιπόν, υποχρέωση να θέσουμε δικλίδες ασφαλείας, συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες θα εξασφαλίζουν μια ουσιαστική και ομαλή ένταξη του αλλοδαπού τέκνου στην ελληνική κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, απλώς η εγγραφή του στην πρώτη δημοτικού δεν αποτελεί τέτοιο κριτήριο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για να είμαστε ξεκάθαροι, στη Νέα Δημοκρατία δεν είμαστε αντίθετοι στο να διευκολυνθούν συγκεκριμένοι αλλοδαποί να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια. Άλλωστε και οι εισηγητές μας το είπαν ξεκάθαρα αυτό και στις Επιτροπές. Όμως, αναφέρομαι στα παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς. Αν επιτυγχάνουν πανεπιστημιακή μόρφωση είτε ολοκληρώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή έστω την εννεαετή, δεν υπάρχει καμία αντίρρηση.
Πέρα όμως από τα σημεία που αφορούν την ιθαγένεια, θα ήθελα να κάνω δύο παρατηρήσεις για το θέμα της μετανάστευσης και της μεταναστευτικής μας πολιτικής. Παρατηρούμε μια ραγδαία αύξηση εισροής παρανόμων μεταναστών τους τελευταίους μήνες.
Έρχεστε τώρα εσείς με το άρθρο 8, παράγραφος 5 του νομοσχεδίου και μειώνετε τα έτη συνεχούς διαμονής για τη χορήγηση αδείας για εξαιρετικούς λόγους από δέκα σε επτά. Ποιος είναι ο λόγος που θεσπίζεται αυτό; Για ποιον λόγο το κάνουμε; Ενθαρρύνουμε έτσι καταστάσεις και ο νοών νοείτω.
Επίσης, στην παράγραφο 28 του άρθρου 8 του σχεδίου νόμου προχωράτε σε ρύθμιση για την κατά παρέκκλιση των προϋποθέσεων του ν.4251/2014 χορήγηση άδειας παραμονής και στον έτερο γονέα, σε περιπτώσεις γέννησης τέκνων στην Ελλάδα από γονέα που διαμένει στη χώρα με άδεια παραμονής. Αυτό αντιβαίνει στην Οδηγία 86/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Δεν θεωρούμε ότι συνιστά λόγο.
Μήπως, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, θεωρείτε ότι έτσι θα προσφέρετε λύση στο θέμα της υπογεννητικότητας της χώρας. Εμείς πάντως δεν θεωρούμε ότι κάτι τέτοιο είναι σωστό.
Επειδή ο χρόνος κυλάει και θα ήθελα να είμαι συνεπής, θέλω να σας πω, κυρία Υπουργέ, με όλο το σεβασμό, ότι το νομοσχέδιο κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση. Αποτελεί πισωγύρισμα για την πατρίδα μας. Αποτελεί πισωγύρισμα να αντιμετωπίζεται το ζήτημα της ιθαγένειας που σχετίζεται άμεσα τόσο με το μεταναστευτικό όσο και με το χρόνιο πρόβλημα της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα τόσο, επιφανειακά θα έλεγα.
Προσωπική μου θέση παραμένει ότι η ελληνική ιθαγένεια αποτελεί ύψιστη τιμή και ως εκ τούτου δεν μπορεί απλώς να χαρίζεται. Αντιθέτως, πρέπει να αποδίδεται όταν υπάρχει αποδεδειγμένα η βούληση και η δυνατότητα του αλλοδαπού να ενσωματωθεί πλήρως στην ελληνική κοινωνία και να προσφέρει σε αυτήν. Αυτό, όμως, δεν προκύπτει από τυπικά και μόνο κριτήρια.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι μου έκανε εντύπωση η ρήση της αξιοσέβαστης κυρίας συναδέλφου, της κ. Κατριβάνου, που με λίγα λόγια –αν το έγραψα καλά- είπε ότι «θέλουμε την Ελλάδα έθνος ανθρώπων που ζουν μαζί, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους». Νομίζω ότι αυτό αποτελεί μια τελείως λάθος φιλοσοφία. Δεν θα μπω σε αυτά που είπαν άλλοι συνάδελφοι, για το όμαιμον, το ομόθρησκο, το ομόγλωσσο, το ομότροπον κ.λπ. που και αυτό έχει διαστρεβλωθεί πάρα πολλές φορές. Θα πω όμως ότι δεν μπορούμε έτσι απλά να δίνουμε την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη ούτε να λέμε από αυτό το Βήμα ότι έθνος είναι ένα μέρος όπου ζουν άνθρωποι χωρίς να έχουν κοινή καταγωγή.
Εμείς σας καλούμε να αποσύρετε τις συγκεκριμένες διατάξεις και βεβαίως θα τις καταψηφίσουμε.
Σας ευχαριστώ πολύ.»